Ο φορολογικός έλεγχος έκρινε πως η εταιρία, με το να διαθέσει μετοχές σε τιμή πολύ μεγαλύτερη της ονομαστικής (υπέρ το άρτιο) δεν δικαιολογείται, καθώς η εταιρία είναι μονομετοχική. Η εταιρία εξέδωσε τελικά πολύ μικρότερο αριθμό μετοχών, με αποτέλεσμα η τελική αξία που υπάγεται σε Φόρο Συγκέντρωσης Κεφαλαίου να είναι πολύ χαμηλότερη. Η Διοίκηση θεώρησε πως βασικό χαρακτηριστικό των περιπτώσεων της έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, είναι να προϋφίσταται ή σε κάθε περίπτωση να επιγεννάται πολυμετοχικότητα. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από το πρακτικό της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης της εταιρίας, φαίνεται πως ήδη πριν την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ήταν ειλημμένη η απόφαση για μη είσοδο νέων μετόχων. Παράλληλα, η εταιρία στην τρέχουσα χρήση παρουσιάζει αρνητικό σύνολο ιδίων κεφαλαίων, γεγονός που αποτελεί σημαντική ένδειξη για ενδεχόμενη αδυναμία συνέχισης της δραστηριότητάς της και σε κάθε περίπτωση δεν δικαιολογεί την τόσο υψηλή τιμή διάθεσης των μετοχών. Ως εκ τούτου, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών αποφάσισε πως σκοπός της εταιρίας ήταν η απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος μέσω της καταβολής ποσού όχι ως μετοχικού κεφαλαίου αλλά ως αποθεματικού υπέρ το άρτιο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να μην κεφαλαιοποιήσει ποτέ και συνεπώς να αποφύγει το σχετικό φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου (ΔΕΔ 2746/2022).